Αναγνώστες

Πέμπτη 31 Αυγούστου 2017

Ένα άγγιγμα σου...

Τα δειλινά κρύβουνε πάντοτε μια θλίψη...
Μοιάζει το επερχόμενο σκοτάδι μ' απειλή...
Δε θέλω να με βρίσκει η νύχτα μόνη...
μα εγώ είμαι εδώ...κι εσύ εκεί...
Μια σιωπηλή κιθάρα η ψυχή μου...
Ένα άγγιγμα σου περιμένουν
οι ανέγγιχτες χορδές...
Με αγάπης νότες
το λυπημένο δειλινό να πλημμυρίσουν...
Να ταξιδέψουν με τον άνεμο...
τη νύχτα που έρχεται να βρουν...
να τη φιλήσουν...
και μ' ένα χρώμα κόκκινο βαθύ
το μαύρο της να ντύσουν...
να πάψει να 'ναι το σκοτάδι απειλή...

Ό,τι κι αν λες...

Με ξέχασες λες...
Χαμογελάς ειρωνικά
όταν για μένα κάποιος σου μιλάει...
Μια ιστορία που πέρασε...
Τίποτα...
Κανένα ίχνος στην ψυχή σου
δεν άφησα...
κανένα σημάδι...
Σα να μην πέρασα ποτέ
απ' της ζωής σου το μονοπάτι...
Τίποτα...
Κι όμως...
εκείνη η κάθετη ρυτίδα
στο μέτωπο σου
ανάμεσα στα μάτια
σημάδι μου είναι...
θυμός κι απόγνωση
και πόνος...
της απουσίας μαχαιριά...
υπογραφή της μοναξιάς...
ενα καρφί που πάντα
θα ματώνει τη σκέψη σου...
ένα σπασμένο βέλος
που την αγάπη πλήγωσε...
Εκείνη η κάθετη βαθιά ρυτίδα
στο μέτωπο σου
είναι η δική μου διαδρομή...
Ό,τι κι αν λες...
εκεί θα είναι... να μαρτυρά...
πως πέρασα κι εγώ απ' τη ζωή σου...

Μαρία Γασπαράτου

Τετάρτη 30 Αυγούστου 2017

Μια στιγμή μαγική



Κι εκεί που νομίζεις
πως τέλειωσαν όλα
κι η νύχτα που ήρθε
ποτέ δε θα φέρει πρωί,
πως να πάψει δεν πρόκειται
ετούτη η μπόρα
και τον ήλιο ξανά δε θα δεις
μετά τη βροχή,
τα πάντα αλλάζουν.
Αναπάντεχα έρχεται
κάποια στιγμή μαγική
κι όλα αυτά
που ήταν γκρίζα, μουντά,
ξαφνικά παίρνουν χρώμα.
Της ζωής σου η σιωπή
γίνεται μουσική.
Η ψυχή πλημμυρίζει αγάπη...
γαληνεύει το βλέμμα...
γίνεται όλος ο κόσμος
μια ζεστή αγκαλιά.
Ξαφνικά
εκεί που νομίζεις
πως τέλειωσαν όλα
και πια δεν υπάρχει
ελπίδα καμιά,
τα πάντα αλλάζουν.
Μια στιγμή μαγική
κι απροσδόκητα,
όλα αρχίζουν ξανά...

Μαρία Γασπαράτου

Όλα τα "αν"...


Ήρθαν από νωρίς το βράδυ
όλα τα "αν"
και μου 'κλεψαν τον ύπνο...
Γεμάτα πάθη και αλήθειες
δυσάρεστες...
γεμάτα αγάπες και μίση
αδιαίρετα...
χαρά και πόνος μαζί...
ζωή και θάνατος...
σαν ήρωες επικίνδυνοι
κι αυτοκαταστροφικοί
του Ντοστογιέφσκι...
Όλα τα "αν"...
μαζί μ' ένα φορτίο
γεμάτο ανατροπές...
Όλη τη νύχτα ψάχνω...
σαν ηρωίδα του κι εγώ
δαιμονισμένη
ένα καλό να βρω
σ' όλες ετούτες τις
απίθανες προοπτικές
δίχως ένα κακό μαζί να σέρνει...
Όλα τα "αν"
κι όλα τα ενδεχόμενα
που ανόητα το πολιορκημένο
απ' όλα μου τα απωθημένα
κι ανεκπλήρωτα μυαλό
είχε ωραιοποιήσει...
Μα τι τα θες...
Και της ζωής μου όλα τα "αν"
έκρυβαν τελικά μιά θλίψη...
μιά ματαίωση... ένα τέλος...
Πάντοτε ίδιος ο προορισμός...
πάντα ένα δύσκολο ταξίδι...
Ξημέρωσε...
Ένας ήλιος λαμπρός...
σίγουρος...
τραγικά αθώος κι ανύποπτος
οδεύει προς τη Δύση...


Σαν αργός ποταμός



Ποτέ ξανά μαζί...
Κι ζωή θα κυλάει αδιάφορα,
βαρετά και μονότονα
σαν τα ήρεμα νερά
ενός ήσυχου ποταμού...
Μα εγώ πάντα αγαπούσα τη θάλασσα...
Κι η ζωή θα κυλάει αδιάφορα,
θα ξοδεύεται ανούσια
κι όλα γύρω σε κάποια σειρά,
οργανωμένα,
δεδομένα, προβλέψιμα,
άριστα τακτοποιημένα,
απολύτως συγκεκριμένα,
χωρίς παραλήψεις,
δίχως λάθη,
δίχως εκπλήξεις,
μια άψογη ζωή,
σαν ήσυχος αργός ποταμός...
Μα εγώ πάντα αγαπούσα τη θάλασσα...
Κι όλα γύρω σε τάξη
κι όλα μέσα μου άναρχα
κι η ζωή σταθερή
κι η ψυχή μου ασταθής
και η σκέψη χαώδης.
Το ποτάμι κυλάει
μα μοιάζει ακίνητο,
θολό, άχρωμο, άχαρο,
άηχο σχεδόν.
Μόνο κάτι ανεπαίσθητα ακούγεται
ύπουλα έτσι όπως σέρνεται
σαν ψιθύρισμα υπόκωφο...
Μια φράση σκληρή σ' επανάληψη...
Απειλή και κατάρα,
τιμωρία, καταδίκη,
με πονάει...
σαν ύβρις στ' αυτιά μου ηχεί:
"Ποτέ ξανά...ποτέ  ξανά μαζί"...

Στη μικρή την αυλή



Στη μικρή την αυλή
με τα άσπρα γεράνια
στις παλιές κόκκινες
φθαρμένες γλάστρες
κάποια δειλά κοριτσίστικα όνειρα
παραπατούν μεθυσμένα
απ' του λευκού γιασεμιού
το αυγουστιάτικο άρωμα...
Στον λευκό σκαρφαλώνουν
πετρόχτιστο τοίχο
ασφυχτικά μπερδεμένα
με το κίτρινο αγιόκλημα...
μάταια ψάχνουν...
απελπισμένα...
δίχως φωνή και δίχως χάρτη
τρόπο να βρουν...να ξεφύγουν...
Μικρό το μπόι τους...
ψηλός ο φράχτης...
μακριά η θάλασσα και ο ορίζοντας...
Τι κι αν σφυρίζουν τόσα καράβια
έτσι και σήμερα...όπως και χτες...
θα ταξιδέψουν χωρίς αυτά...
Στη μικρή την αυλή
με τα άσπρα γεράνια
κάποια δειλά κοριτσίστικα όνειρα
άδικα σβήνουν... σκαρφαλωμένα
σ' ένα απροσπέλαστο πέτρινο τοίχο
αφού τη θάλασσα και τον ορίζοντα
δεν τα κατάφεραν να δουν ποτέ...

Μαρία Γασπαράτου

Μια αιμάτινη γραμμή



Μήπως εδώ τελειώνουν όλα;
Κάτω απ' αυτόν τον ήλιο
που καίει της χαράς τ' αποθέματα;
Άτυχοι ήμασταν μάτια μου...
Φεύγει το καλοκαίρι πληγωμένο...
Αφήνει πίσω του
μια αιμάτινη γραμμή...
Σαν μονοπάτι στρωμένο
με πισώπλατα μαχαιρωμένα φιλιά...
Ο Αύγουστος παράξενα όμορφος
σαν ελεύθερος σκοπευτής
πυροβολεί 
κάποιες ανίσχυρες αμφιβολίες μου
και πια σαν ερπετό
θανατηφόρα μ' αγκαλιάζει
η βεβαιότητα:
"Εδώ τελειώνουν όλα."

Επιστροφή


Κι αν κάποτε γυρίσω
θα μοιάζουν άγνωστοι οι δρόμοι...
κι αυτοί που θα με συναντούν
δε θα μ' αναγνωρίζουν...
Θα διακρίνω
στ' απορημένα βλέμματα
μια κάποιου είδους ειρωνεία
που τελικά η φυγή μου
δεν ήτανε παρά φυγή απ' τη ζωή...
παρασυρμένη
από μια ανεξήγητη
κι αδάμαστη μανία
στον εαυτό μου κάποιο κακό
να προκαλέσω...
κάποια ανεπανόρθωτη καταστροφή...
Αν κάποτε γυρίσω
ένα κορίτσι σε κάποιο γνώριμο στενό
θα συναντήσω
γύρω στα 23...
θα 'χει στο βλέμμα
μια αδιόρατη μελαγχολία...
μ' ένα παράπονο θα με κοιτάει
κι εγώ θα την κοιτάω μ' ενοχή...
Αν κάποτε γυρίσω...
πολύ φοβάμαι...
δε θα χει νόημα κανένα απολύτως
αυτή η επιστροφή...

Μαρία Γασπαράτου






Κάποιες πόρτες...

Κάποιες πόρτες
πρέπει να μένουν κλειστές...
Και μόλις έρχεται το πλήρωμα
του χρόνου
τα σκουριασμένα τους κλειδιά
να σπάνε...
Απάτητα να μένουν τα σκοτεινά δωμάτια...
Πίστεψε με...
Δε θα 'θελες ποτέ σου να βρεθείς
σ' αυτές τις κάμαρες...
Κι αν γοητευτικά φαντάζουν
κάποια κρυμμένα μυστικά,
μην προσπαθείς...
Κάποια άγνωστα κεφάλαια
είναι για σένα δυσανάγνωστα
και απαγορευμένα...
Μείνε απ' έξω...
μείνε εδώ...
είμαι εδώ...
κι αυτό
θα πρέπει να σου φτάνει...

Αλλόκοτες ώρες

Είναι κάποιες αλλόκοτες ώρες
που άνθρωπο δε θέλω να δω...
ούτε ν' ακούσω...
Με κυνηγούν και κυνηγώ
τόσα πολλά...
κι όλα είναι μέσα μου...
Μοιάζω με γάτα
που άσκοπα κι ανώφελα
γύρω απ' τον εαυτό μου
τρέχω...
και προσπαθώ ανόητα εντελώς
να πιάσω την ουρά μου...
Τούτες τις ώρες τις αλλόκοτες
που τις μισώ
και που κι αυτές το ίδιο με μισούνε
ψάχνω τα πώς και τα γιατί...
σενάρια κάνω...εικασίες
σκέψεις που σαν σουπιές
ρίχνουν μελάνι
και μου μαυρίζουν την ψυχή και το μυαλό...
κι ούτε τηλέφωνα σηκώνω...
ούτε την πόρτα μου ανοίγω
σαν κάποιος το κουδούνι μου χτυπά...
Γι αυτό σου λέω...
άσε με μόνη
όταν τον εαυτό μου κυνηγώ...
κι όταν απ' την ψυχή μου
θέλω να ξεφύγω...
Αύριο έλα...
που θα 'χει πια περάσει το κακό...
Όλα είναι δύσκολα απόψε...


Τρίτη 29 Αυγούστου 2017

Στα μελτέμια του Αυγούστου...

Αγάπη Ζευγάρι, Περού, Paracas, Θάλασσα, ΡομαντικόΣτα μελτέμια του Αυγούστου
ταξιδεύει η φωνή σου...
Κάθε λέξη σου
ανέμου φιλί...
Κι όλα αυτά που μου λες τρυφερά
πλάι στο κύμα
κάπου μέσα στο σύμπαν
θα βρουν καταφύγιο...
σε μια μακρινή χρυσαφένια ακτή...
Θα γίνονται ουράνια τόξα
στου χειμώνα τα γκρίζα τοπία
και πίσω απ' τα σύννεφα
μόλις θα βγαίνουν
θα παύει η βροχή...
Στα μελτέμια του Αυγούστου
ταξιδεύει η φωνή σου...
Της αγάπης οι λέξεις
καραβάκια λευκά...
Στο απέραντο σύμπαν
γαλήνια πλέουν...
στα ουράνια λιμάνια
θα βρουν αγκαλιά...
Κι όταν μπει ο χειμώνας
βιαστικά θα σαλπάρουν...
στης ψυχής μου τη χώρα
μια νύχτα θα φτάσουν...
στη ζωή μου να φέρουν
καλοκαίρι ξανά...



Να 'ρχεσαι κάπου κάπου...

Να 'ρχεσαι κάπου κάπου...
σαν σκέψη...
σαν όνειρο...
σαν προσδοκία...
Τα μάτια σου να βλέπω μόνο...
να μην ξεχάσω το χρώμα τους...
τρέμω μήπως ξεχάσω το χρώμα τους...
Να μου μιλάς...
λες και καθόμαστε μαζί ξανά
στα πληγωμένα
με αρχικά ερωτευμένων
ξύλινα παγκάκια...
στην παλιά παραλία...
Να μου μιλάς...
στο όνειρο...
στη σκέψη μου...
στην πιο κρυφή μου επιθυμία...
Να μην ξεχάσω τη φωνή σου...
τρέμω μήπως ξεχάσω τη φωνή σου...
Να 'ρχεσαι κάπου κάπου...
σαν σκέψη...
σαν όνειρο...
σαν προσδοκία...
να μ' αγαπάς εκεί...
όπως μονάχα εσύ
τόσο βαθιά
μπορούσες ν' αγαπάς...

Τα μάτια σου τα καλοκαίρια...



Άνθρωποι, Κορίτσι, Γυναίκα, ΠερπάτημαΚαμιά πιθανότητα να δω τα μάτια σου ξανά...
Καμιά πιθανότητα...
Είχαν μια λάμψη αλλιώτικη
τα μάτια σου...τα καλοκαίρια...
μια απόχρωση περίεργη...
ιριδίζουσα...
σα να λαμπύριζε κάτω από την πανσέληνο
ένα άγιο σκοτεινό νερό
μέσα σε ασημένιες κολυμπήθρες...
Θα κυλά η ζωή...
Θα κοιτάζω πάντα το γαλάζιο της θάλασσας...
το ασήμι που θα ρίχνει η αυγουστιάτικη νύχτα
στην υγρή αγκαλιά της...
τα αρμυρίκια
που θα γέρνουν λυπημένα στην ακτή...
θα στάζουν δάκρυα θαλασσινά
και θα φιλούν το κύμα
πριν ξεψυχήσει...
το πήγαινε έλα του καραβιού
στο αντικρινό νησί...
τους γλάρους
που θα πετούν ανυπόμονα
πάνω απ' τα ψαροκάικα...
τα γκρίζα...
σμιλεμένα από τον έρωτα των κυμάτων
βράχια...
Και βλέμματα...
Χιλιάδες βλέμματα αδιάφορα
μέσα στο βλέμμα μου...
Μα πιθανότητα καμιά...καμιά...
να δω τα μάτια σου ξανά...τα καλοκαίρια...



Κανείς δεν ξεφεύγει

Δρόμο, Σοκάκι, Μόνο, Ξεκινώντας, ΓυναίκαΜη θαρρείς πως εμείς θα ξεφύγουμε...
Κανείς δεν ξεφεύγει...
κι όπως αναπολείς τις έντονα ακόμα
χρωματισμένες μέρες μας
μια αλαζονεία μέσα στο βλέμμα σου...
ίδια λεπίδα...
το παρόν μας αποκόβει από το μέλλον...
Φοβάσαι...
κι ας λες ότι αποτελούμε εμείς εξαίρεση...
Δε θα ξεφύγουμε...
Κανείς δεν ξεφεύγει...
και βέβαια δε γίνεται το αύριο
να μείνει ανέγγιχτο απ' τη φθορά...
Ναι ξέρω...
Τώρα λάμπει ένας ήλιος
που υπόσχεται μέρες λαμπρές...
Μη τον πιστεύεις...
Δε θα ναι πάντα καλοκαίρι...
Κι εμείς όμοιοι με τους άλλους είμαστε...
Μην ξεγελιέσαι...
Κι αυτή η έπαρση στα λόγια...
στα όνειρα... στις υποσχέσεις...
δεν είναι παρά για να ξορκίσεις το κακό...
Μη νοιάζεσαι...
Όταν το δω να φτάνει
θα φύγω πρώτη...

Τα δικά μου Κύθηρα

Κρύβει αλήθειες η απουσία...
ψυχές ξεγυμνώνει
και πρόσωπα...
παγίδα είναι... καλυμμένη
μ' έναν απατηλό αέρα ελευθερίας...
σε καλεί σα σειρήνα...
να ρισκάρεις...
να κερδίσεις... να χάσεις...
να ξεχάσεις...
κι εγώ ήθελα πάντα να ξέρω
ποιοι περιμένουν
και ποιοι ξεχνούν...
Μου άρεσε κάποιες φορές να λείπω...
ν' αφήνω πίσω μου ένα κενό...
να παίζω ήθελα με τη φωτιά...
να χάνομαι...να φεύγω...
κι έπειτα...
σε χρόνο ανύποπτο να επιστρέφω...
κι είχα τη δύναμη ν' αντέχω...
κι είχα την αντοχή να βλέπω...
ποιοι έμεναν...ποιοι έφευγαν...
ποιοι πρόσμεναν...
ποιοι ξέχναγαν...
κι απέμεναν άδεια συνήθως τα μάτια...
κι επέμενε άδεια η αγκαλιά...
Μα κάποτε...
νόημα βρήκε η επιστροφή...
ο γυρισμός μου γιορτή...
χαράς ανάσταση...
και τώρα μόνο μένω...
είναι όμορφος αυτός ο τόπος...
άγια πατρίδα...
χώρα ιερή...
τα δικά μου Κύθηρα...


Δευτέρα 28 Αυγούστου 2017

Αυγουστιάτικη νύχτα

Αυγουστιάτικη νύχτα...
βαριά η μυρωδιά του λιμανιού.
Κολλάει στο δέρμα η υγρασία...
οι αναμνήσεις κολλούν στο μυαλό.
Ένα καράβι φεύγει...
κάποιοι φεύγουν...
Πάντα κάποιοι φεύγουν
όταν ο άνεμος σηκώνει πανιά.
Δεν κοιτούν πίσω...
Εικόνες, τοπία,
κραυγές, πρόσωπα,
γίνονται χθες.
Μόνο κάτι βλέμματα μαγνήτες
κάποιες φορές, 
κρατούν για πάντα
ψυχές αλυσοδεμένες
και τα κορμιά ταξιδεύουν άδεια...
Το σκοτάδι σαν θάνατος
σκεπάζει την παλιά παραλία.
Ο ωραίος στρατηλάτης δεσπόζει
πάνω στο δυνατό του άλογο
σ' ένα πετρωμένο καλπασμό.
Ανήμπορος...
πάντα στην ίδια θέση,
κοιτάει τη θάλασσα...
Δεν έπρεπε να γίνονται αγάλματα
όσοι γεννήθηκαν για ταξίδια.
Πάνω απ' τα κάστρα πέφτει ένα αστέρι.
Δεν πρόλαβα...
Έμεινε η ευχή μου μετέωρη...
Φράσεις που στο σύμπαν σκορπίζονται...
δε βρήκαν όχημα,
δε βρήκαν οδηγό.
Κάπου μακριά ακούγεται
το σύρσιμο μιας αλυσίδας.
Κρυώνω ξαφνικά...
Αύριο πάλι θα φύγω...
όπως ακριβώς ήρθα...
μ' ένα κορμί που κάποτε άδειασε
την ώρα που ένα καράβι σαλπάρισε... 

Μαρία Γασπαράτου




Των άτυχων ερώτων...



Των άτυχων ερώτων οι κραυγές
Διοίκηση, Ενηλίκων, Έπιπλα, Θλίψηακούγονται στις εθνικές οδούς τα βράδια.
Βουλιάζουν στων λαθών τους τα σκοτάδια
και σε μια θάλασσα γεμάτη ενοχές.
       
Τα βράδια που γιορτάζει η μοναξιά
κι ο ουρανός μοιάζει με πέτρινο ταβάνι
από μακριά ένα παράπονο
σαν μοιρολόι φτάνει
που 'χει του έρωτα μας τη χροιά.

Των άτυχων ερώτων οι κραυγές
ακούγονται στα βραδινά που φεύγουν πλοία.
Να βρουν ζητούν ποια ήταν η αιτία
που πέρασαν και χάθηκαν στο χτες.

Μαζί με σένα


Μαζί με σένα
τ' αδύνατα είναι δυνατά
Άνθρωπος, Γυναίκα, Ζευγάρι, Άνθρωποικι όλα τα απίθανα συμβαίνουν...
Μαζί σου φαίνονται απλά
του κόσμου τα παράξενα...
δεν ψάχνω εξηγήσεις...
ούτε έχω ανάγκη απαντήσεις...
όλα είναι ήρεμα κι αρμονικά
κι ωραία ταιριασμένα...
κι όλα είναι όμορφα και λαμπερά
κι ευτυχισμένα...
Τα δύσκολα εύκολα φαντάζουν
και τα θολά ξεκαθαρίζουν...
κι είναι ανοιχτοί όλοι οι ορίζοντες
κι οι θάλασσες γλυκά αρμενίζουν
τα όνειρα μου
που σ' έχουν μέσα...
Χάθηκαν οι χειμώνες...
μείναν χρυσά τα καλοκαίρια...
Μαζί με σένα...
Ο κόσμος φαίνεται αλλιώς...
κι έχει άλλο φως η μέρα...
γύρω μου βλέπω θαύματα...
κι ανέλπιστα
πόρτες κλειστές ανοίγουν
που οδηγούνε στη χαρά...
Και δε φοβάμαι...
δεν αμφιβάλλω...
κι ούτε αγωνία έχω...
δε νοιάζομαι
τι θα μου φέρει η ζωή...
αρκεί να είμαι εδώ...
κάθε στιγμή...
μαζί με σένα...


Ήρθε η ώρα να φύγω

Στον τοίχο απέναντι
το ρολόι εφιάλτης, 
σαν δήμιος μας κοιτάει.
Άνθρωποι, Γυναίκα, Βόλτα, ΤαξίδιαΚυλάει η ώρα
και το τέλος είναι τόσο κοντά.
Στο στήθος βαριά η σκιά της αγάπης.
Η εικόνα σου με πονάει.
Καρφιά στην ψυχή
του ρολογιού χτυπούν τα λεπτά.

Το τρένο φτάνει σε λίγο.
Θα με πάρει μακριά.
Ο κρύος σταθμός φυλακή,
στην ψυχή μαχαιριά.
Ήρθε η ώρα να φύγω.   

Τα μάτια σου γκρίζες
χειμωνιάτικες θάλασσες.
Μέσα τους θα βυθιστώ.
Θα βουλιάξω για πάντα
στον ωκεανό τους
να ξεφύγω απ' το δρόμο που διάλεξες
κι εκεί ας χαθώ.
Ναυάγιο να γίνω
στο μαύρο βυθό τους.
  
Το τρένο φτάνει σε λίγο.
Θα με πάρει μακριά.
Ο κρύος σταθμός φυλακή,
στην ψυχή μαχαιριά.
Ήρθε η ώρα να φύγω.   

Μια λέξη απ' τα χείλη σου
προσμένω ν' ακούσω,
να μείνω για πάντα εδώ.
Μα όμως σωπαίνεις
κι απλά με κοιτάς με μάτια υγρά.
Φιλί της ζωής στην αγάπη να δώσω
μ' ένα σου "σ' αγαπώ".
Του τρένου το σφύριγμα ακούω.
Σε λίγο θα είναι αργά.

Το τρένο φτάνει σε λίγο.
Θα με πάρει μακριά.
Ο κρύος σταθμός φυλακή,
στην ψυχή μαχαιριά.
Ήρθε η ώρα να φύγω.   

Αλλιώτικη μέρα



Παραλία, Ηλιοβασίλεμα, ΡομαντικόΑλλιώτικη μέρα ξημέρωσε...
αλλιώτικος ήλιος...
μες στη χρυσή του αγκαλιά
απαλά βουλιάζουμε...
Κολυμπάμε θαρρείς σε μια
θάλασσα από κεχριμπάρι...
Ανέτειλε ένας ήλιος γλυκός...
σαν τεράστια τηγανίτα
βουτηγμένη στο μέλι...
στάζει τη γλύκα του πάνω μας...
οι ψυχές μαλακώνουν...
γλυκαίνουν...ανοίγουν...
Κι ο άνεμος με χίλια αρώματα
μας χαϊδεύει...
αγγίγματα βελουδένια...
παρηγοριάς βάλσαμα...
Κάτι γλυκά από μακριά
μας ψιθυρίζει η θάλασσα...
Άκου...
Εκεί που όλα τελειώνουν
αρχίζουν ξανά...
Κοίτα...
Όπως το κύμα σβήνει στην ακτή
ξαναγεννιέται πάλι...
Δε χάνεται ο ήλιος μ' ένα σύννεφο...
για λίγο μόνο σκοτεινιάζει...
Δως μου τα χέρια σου...
Χαμογελά μπροστά το καλοκαίρι...
Μαζί...
σε συννεφιές και μπόρες
και σ' αναπάντεχες καταστροφές...
Μαζί στις ανηφόρες και
στις απρόβλεπτες κατηφοριές...
Μαζί και τώρα κάτω από έναν ήλιο
αλλιώτικο που μας αγκάλιασε...
Το καλοκαίρι καράβι...
σηκώνει πανιά...
Μας περιμένει...
Ανέβα...
Σε λίγο σαλπάρουμε...






Πίσω απ' το τζάμι



Βραδιάζει...
Σε γκρίζο φόντο η πόλη σωπαίνει...
Σε λίγο θ' ανάψουν τα φώτα στο δρόμο...
Πρόσωπα κολλημένα στα τζάμια
μοιάζουν κάτι να περιμένουν...
Πίσω από ένα τζάμι κι εσύ...
κοιτάς την ήσυχη πλατεία...
Δεν περιμένεις τίποτα...
Στο παγκάκι ακόμα χαραγμένα σύμβολα...
χρόνια τώρα...
καλοκαίρια... χειμώνες... βροχές...
σημάδια ανεξίτηλα...εκεί...
να σου θυμίζουν όσα θες να ξεχάσεις...
Τα φώτα άναψαν...
εκτυφλωτικοί λυχνοστάτες
φωτίζουν
όσα αγωνίζονται να μείνουν κρυμμένα...
Πίσω απ' το τζάμι κοιτάς δήθεν αδιάφορος...
κλεφτές ματιές... δεξιά... αριστερά...
αγαπημένες γωνιές...
οι εικόνες πονάνε...
Θυμώνεις...
Είναι παράλογο...
όλα γύρω παρέμειναν ίδια
κι όλα  έχουν ανατραπεί...
Έπεσε η νύχτα...
Σ' αγκαλιάζει ασφυχτικά με βρώμικα χέρια...
αφήνει πάνω σου σκούρα αποτυπώματα
καμμένων ονείρων...
Γερνάς...
Στην ίδια πόλη...
στον ίδιο δρόμο... στην ίδια πλατεία...
όλα γύρω μοιάζουν ίδια...
μόνο να...
κάποια κομμάτια ζωής ακόμα καίγονται...
η νύχτα μυρίζει αποκαϊδια...
σε πνίγει μια υγρή πηχτή σιωπή...
σε πνίγει το παράπονο...
Κλείνεις την κουρτίνα...
Όχι... δεν είναι τίποτε ίδιο...
δε θα ξαναγίνει ίδιο ποτέ...



Κι όπως χανόσουν...


Κι όπως χανόσουν στο μεγάλο δρόμο
έβλεπα πίσω σου να σέρνεται η ψυχή μου.
Απ' τ' άγγιγμα σου είχε ορφανέψει η αφή μου
κι η μοναξιά με είχε πιάσει από τον ώμο...

Μες στη βροχή, μες στην ομίχλη του χειμώνα
μαζί σου έβλεπα να χάνεται η ζωή μου.
Στην γκρίζα πόλη, στην υγρή τη φυλακή μου
τα πληγωμένα όνειρα μου σβήναν μόνα...

Τα καλοκαίρια μακριά πια, δεν τα φτάνω
και δίχως ήλιο η ζωή δε θα 'χει χρώμα
μα εγώ αντέχω..αγωνίζομαι ακόμα
να πάρω πίσω την ψυχή μου που τη χάνω...

Μαζεύω όσες αντοχές μου έχουν μείνει
δίχως εσένα συνεχίζω τη ζωή μου
και με μια δύναμη που ντύθηκε η ψυχή μου
γεννά ελπίδες κι από μέσα μου σε σβήνει...

Καράβι ακυβέρνητο



Άλλη μια νύχτα με άγριο καιρό
Άνθρωποι, Γυναίκα, Ομορφιά, Μόδα, Τόλμηδίχως πυξίδα του μυαλού τα ταξίδια
τρελές διαδρομές στη μνήμη μου κάνω
τόσο καιρό κάθε βράδυ τα ίδια
σε ψάχνω σε βρίσκω και πάλι σε χάνω

Πως να ξεφύγω που είσαι η θάλασσα
κι είναι η ψυχή μου καράβι
ταξιδεύει ακυβέρνητη στα βαθιά σου νερά
κι η αγάπη σου φάρος που ποτέ δεν ανάβει

Καράβι ακυβέρνητο είναι η ψυχή μου
τον έλεγχο χάνω, τη νύχτα στοιχειώνεις
μοιάζεις μαέστρος σε υπάκουη μπάντα
χάρτες ορίζεις, πανιά σηκώνεις,
προστάζεις ανέμους, ελέγχεις τα πάντα







Σε μια ρωγμή


Φύση, Άνοιξη, Ροζ, Λουλούδι, ΔέντροΉρθες σαν όμορφος λευκός υάκινθος
και φύτρωσες
σε μια ρωγμή της θλίψης μου...
κάποιο περίεργο πρωινό...
κάποιας ημέρας δίχως όνομα...
μιας εποχής αλλόκοτης...
Ο ήλιος ανελέητος...
χαιρέκακα έριχνε το ενοχλητικό του φως
στη μοναξιά μου...
κι επιμελώς απέφευγε
ν' αγγίξει τα σκοτάδια μου...
Κι εκεί...
μέσα στο μαύρο φόντο της ζωής μου
βρήκες μια φλέβα αδύναμη ζωής...
και ρίζωσες και άνθισες...
σ' ένα τοπίο σκοτεινό...
άνυδρο... άγριο... βραχώδες...
κι άλλαξαν όλα...
ημέρεψαν...
κι ο ήλιος που ήτανε εχθρός
έγινε φίλος...
μια μεταξένια πρωινή δροσιά
ξεδίψασε το χώμα...
κι άνθισαν όλα μέσα μου...
αυτά που είχα ξεγραμμένα...
Ξάφνου λες  και φιγούρες γίναμε
σε πίνακα του Μποτιτσέλι...
νότες χαράς
σ' ένα γλυκό κοντσέρτο του Βιβάλντι...
κι εγώ πρώτη φορά μαζί σου
αντάμωσα το φως...
πρώτη φορά μαζί σου
αντάμωσα την άνοιξη...



Χρυσή ακτογραμμή

Σε θυμάμαι σαν κύμα
να 'ρχεσαι και να φεύγεις
κι εγώ εκεί...να προσμένω
σαν χρυσή ακτογραμμή.
Στην ψυχή μου ένα άγγιγμα
μια σου λέξη, ένα μήνυμα,
βιαστικό απ' τα χείλη σου
ένα αγάπης φιλί.

Σε θυμάμαι σαν άνεμο
φευγαλέο το χάδι σου
μια στιγμή ήσουν δίπλα μου
και την άλλη σιωπή
Κι εγώ ν' αγωνίζομαι
να πιάσω το άπιαστο
όμως πάντα αναπόφευκτη
η δική σου φυγή.

Σε θυμάμαι σαν σύννεφο
στη ζωή μου που πέρναγες
και διψούσε η ψυχή μου
για μια αγάπης βροχή.
Αλλά λίγες σταγόνες
μονάχα μου χάριζες
πάντα έφευγες κι άφηνες
την ψυχή μου στεγνή.

Σε θυμάμαι σαν κύμα
να 'ρχεσαι και να φεύγεις
κι εγώ εκεί...να προσμένω
σαν χρυσή ακτογραμμή.

Μαρία Γασπαράτου

Δειλινό Απριλιάτικο

Πληγωμένες ψυχές...
κρεμασμένες απ' του ήλιου το δίσκο
που βουλιάζει στη θάλασσα...
που δίχως αντίσταση στο χαμό του οδεύει...
Πληγωμένες ψυχές...
προσπαθούν να κρατήσουν λίγο ακόμα τη μέρα...
να ρουφήξουν όσο επέμεινε φως...
Το αίμα τους στάζει...
κόκκινο βάφει το υπέρλαμπρο τάσι...
τα σύννεφα...
την πόλη που μοιάζει να φλέγεται...
Μάταια προσπαθούν
να κρατήσουν λίγο ακόμα τον ήλιο...
Το αιχμηρό του περίγραμμα
βαθαίνει τις ήδη ανοιχτές τους πληγές...
Αγωνίζονται μάταια...
ν' αργήσει λίγο ακόμα να έρθει η νύχτα
που σαν άτι κατάμαυρο...άγριο
σέρνει φώτα πολύχρωμα
κι αγάπης τραγούδια...
ποδοπατάει αντοχές...
Αυτό το δειλινό το Απριλιάτικο
που η άνοιξη χορεύει αδιάφορη
πάνω σε έρημες κατεστραμμένες ζωές...
τόσο αθώα κι αμέτοχη...
μεγάλο της χαράς της το βάρος...
δεν αντέχεται...
Πληγωμένες ψυχές...
πνιγμένες στου Απρίλη τ' αρώματα...
δεν μπορούν ν' ανασάνουν...
παλεύουν ν' αντέξουν
μια γιορτή που δεν είναι γι αυτές...
Αυτό το δειλινό το Απριλιάτικο
μοιραία θα σβήσει...
άδικα τόσο αίμα χύθηκε...
τόσος πόνος άδικα...
Ένα άτι κατάμαυρο...άγριο
στο βάθος καλπάζει...
Είναι ήδη αργά...

Αργήσαμε

Χάθηκα...
Μέσα σε ώρες βουβές...
σε απογεύματα κρυμμένα 
πίσω από την απουσία σου...
σε σταυρόλεξα
με παράταιρες λέξεις
που μοιραία θα μείνουνε άλυτα...
Μια αλήθεια
που μοιάζει κακόγουστο αστείο
θερίζει τα λουλούδια της άνοιξης...
Θα φύγει κι αυτός ο Απρίλης...
Παραπατούν τα όνειρα μου
μεθυσμένα
απ' τ' ακριβά του αρώματα...
Μια λέξη...μόνο μια λέξη
βουίζει στ' αυτιά μου...
σαν σειρήνα ασθενοφόρου...
πανικός κι αγωνία και θλίψη...
Κάτι πεθαίνει...
Δεν πρόλαβα...δεν πρόλαβες...
ένοχοι κι αθώοι...
θύτες και θύματα...
σ' ένα λαβύρινθο ατέρμονο χαμένοι...
Κι έξω τραγούδια...μουσικές...
πουλιών κελαηδήματα...
σαν απόηχος κάποιας γιορτής
από μια απόσταση χαώδη...
Δολοφόνοι της αγάπης...
δολοφόνοι της άνοιξης...
Στο βάθος χάνεται ο δικός μας Απρίλης...
τρεκλίζει κρατώντας τα δεκανίκια
που του φορέσαμε...
Φεύγει σκυφτός...
χωρίς να μας αγγίξει...
χωρίς ούτε καν να μας κοιτάξει...
κι οι σειρήνες βουίζουν στ' αυτιά
μου...
με κοιτάς τρομαγμένος...
σε κοιτώ πανικόβλητη...
Μην πεις λέξη...
Αργήσαμε...

Πρώτη του Μάη

Πρώτη του Μάη...
πάθος σκορπάει ο έρωτας σου.
Κόκκινα έγιναν 
στο πέρασμα σου τα τριαντάφυλλα
και τ' αγριολούλουδα σαν παγιδεύτηκαν
μες στη ματιά σου.

Πρώτη του Μάη
και με μεθάει κάθε σου λέξη.
Το κάθε γράμμα της
λουλούδι γίνεται που ευωδιάζε
και στην ψυχή μου στεφάνι αμάραντο
χαράς θα πλέξει.

Πρώτη του Μάη
κι ότι πονάει μακριά μου φεύγει
κι αυτός ο μήνας
μες στην ψυχή μου τρέχει να μπει.
Άτι η αγάπη σου καλπάζει πάνω της
κι από την άνοιξη δραπετεύει.

Μαρία Γασπαράτου


Θεσσαλονίκη κι άνοιξη

Θεσσαλονίκη κι άνοιξη...
Μοσχοβολούσε η πόλη...
τριαντάφυλλα κι ανθόνερο...
βανίλια και κανέλα...
λεβάντα και γαρύφαλλο
και χιώτικη μαστίχα...
Ήρθες...
λες κι από πάντα σε περίμενα...
μια άνοιξη παράξενη
στην πόλη των θαυμάτων...
Κι όλοι οι δρόμοι και οι πλατείες
και τα στενά, κι η παραλία
που αγκαλιά διαβήκαμε
έγιναν άλλα...
λες και πρώτη φορά τ' αντίκριζα...
πρώτη φορά λες και τα περπατούσα...
Όλοι οι δρόμοι ξαφνικά
έχασαν τ' όνομα τους...
Άγνωστα ονόματα... παράξενα...
ηχούσανε στ' αυτιά μου...
Αριστοτέλους.... Τσιμισκή...
Ερμού και Ναυαρίνου...
Βαρδάρη κι Εγνατία...
τα ξέχασα...
κι όλα καινούρια...όλα απ' την αρχή...
σαν τότε μόλις να γεννήθηκαν
κι έδωσα σ' όλα τ' όνομα σου...
Και η Θεσσαλονίκη μου
χωρίστηκε στα δύο...
μια μαγεμένη άνοιξη...
ένα ανθισμένο Μάιο στις 6...
Από τη μια η παλιά...
που πριν να έρθεις
φώναζε συνέχεια στην ψυχή μου:
" Κάτι...ΘΕΣ ΑΛΛΟ"
κι από την άλλη η νέα...
αυτή που εσύ την έντυσες
με μιας αγάπης "ΝΙΚΗ"...
και νόημα απέκτησε με μιας το όνομα της...
και μόνο εγώ το ξέρω
το μυστικό που κρύβει,
το γλυκό...τ' αγαπημένο όνομα
της πόλης της καρδιάς μου...

Των δακρύων μου η εξέγερση

Δε θα με δεις ποτέ ξανά να κλαίω...
κι αυτά τα θυμωμένα δάκρυα
εκεί στην άκρη των ματιών,
που απ' τα πυκνά μου βλέφαρα
ζητούν να δραπετεύσουν,
εκεί θα τα κρατήσω...
Θα κλείσω τα ματόκλαδα
και θα τα φυλακίσω
μες στων ματιών μου
το απροσπέλαστο κελί...
σ' ένα κλοιό ατσάλινο
ασφυχτικά
θα κλείσω την ψυχή μου...
να μείνει ασυγκίνητη
απ' τα ουρλιαχτά τους...
να μη με προδώσει...
και ας το πληρώσω
ακριβά το τίμημα...
Αρκεί εσύ να μη τα δεις...
Κι όταν θα φύγεις
όλα τα δάκρυα θα εξεγερθούν...
θα επαναστατήσουν...
και των ματιών μου
τα κλειδωμένα βλέφαρα
θα σπάσουν...
Θα γίνουν ποταμός...
με ορμή θα ξεχυθούν...
την κάμαρα θα πλημμυρίσουν...
και δε με νοιάζει αν θα πνιγώ
κι εγώ μες στων δακρύων μου
την εξέγερση...
Αρκεί μονάχα που εσύ δε θα με δεις
ποτέ...ποτέ ξανά να κλαίω...

Φυλάξου

Όταν ανοίξω τα φτερά μου
στο απότομο το πέταγμα μου
φυλάξου...
σκόνη θα σηκωθεί...
να μη με δεις καθώς θα φεύγω...
ο δρόμος μου στο βλέμμα σου
να μην παγιδευτεί...
Κι ένας άνεμος αντάρτης
συμπαραστάτης στη φυγή μου
σαν άγγελος επαναστάτης
θα με ακολουθεί...
Με ορμή μέσα απ' τα δέντρα
θα περνάει...
κλαδιά και φύλλα θα σκορπάει...
θα μοιάζει η τρομερή πνοή του
με άγρια πολέμου ιαχή...
Όταν ανοίξω τα φτερά μου
στο απότομο το πέταγμα μου
φυλάξου...
πυκνή ομίχλη θ' απλωθεί
και τον ορίζοντα θα κρύψει...
να μη με δεις καθώς θα φεύγω
όλα τα ίχνη μου να χάσεις
κι έτσι όπως μάταια θα με ψάχνεις
μες στην ψυχή βαθιά θα νιώσεις
σαν μοίρα και σαν θάνατο
πως δεν υπάρχει επιστροφή...
Όταν ανοίξω τα φτερά μου
στο απότομο το πέταγμα μου
κύμα τεράστιο θα υψωθεί...
Φυλάξου...
δε θα μπορέσεις να με φτάσεις
κι όλα όσα έχεις θα τα χάσεις...
σε μια στιγμή...

Γι αυτά λυπάμαι...

Κι όταν με βλέπεις να μελαγχολώ
δεν είναι πως μου λείπει κάτι...
είναι για όλα όσα άσκοπα 
έζησα πριν έρθεις...
για τα πορτοκαλένια δειλινά
που δεν κοιτάξαμε μαζί
κι άδικα έφυγαν χωρίς να με μαγέψουν...
Γι αυτά λυπάμαι...
για όλα όσα μάταια πέρασαν χωρίς εσένα...
Για τη μελωδική βροχή του Φθινοπώρου
πάνω στα πορφυρά πεσμένα φύλλα
και που δίχως εσένα
δεν άκουσα ποτέ τη ρυθμική της μουσική...
Γι αυτά λυπάμαι...
τα όμορφα...που χώρια σου
έφυγαν αδιάφορα...
Για τ' ανοιξιάτικα τα βράδια
που τα λουλούδια δεν κατάφεραν
να με μεθύσουνε με το άρωμα τους
κι άφηναν μόνο μια περίεργη
ψύχρα στην ψυχή...
Γι αυτά λυπάμαι...
για το πικρό χαμόγελο
για τη μισή χαρά
και για την ευτυχία που με προσπέρναγε...
τόσο κοντά...
και πάντα ένα βήμα μακριά μου...
Κι όταν με βλέπεις να μελαγχολώ
δεν είναι πως μου λείπει κάτι...
είναι για όλα αυτά
που άσκοπα έζησα...
για όλα όσα άδικα έχασα...
πριν έρθεις...

Εσύ μη φοβάσαι

Δύσκολα χρόνια...
Ξέρω...
Σκληρές εποχές...
Καιροί σκοτεινοί εγκυμονούν συμφορές...
ετοιμάζουν φριχτές τερατογενέσεις...
Ακονίζει τα νύχια του ο φόβος
να γραπώσει αδύναμες ψυχές...
Μα εσύ μη φοβάσαι...
Στα σκοτάδια της πιο άγριας νύχτας
δε χάνονται όσοι πολύ αγαπιούνται...
Σφιχτά αγκαλιάζονται...
προσμένουν...
αντέχουν...
Κι ας μοιάζει αιώνια
του κόσμου η νύχτα...
κι ας μοιάζει απειλή της γης η σιωπή...
Εσύ μη φοβάσαι...
Είμαστε οι δύο σαν ένας...
Θεϊκό της αγάπης το φως...
Τα μάτια σου... τα μάτια μου...
υπέρλαμπροι ήλιοι...
φωτιές που καίνε το μαύρο...
Οι ανάσες μας γλυκές μουσικές...
τα λόγια καμπάνες γιορτής...
σαν κρύσταλλο θαμπό
σπάει του κόσμου η ύποπτη σιωπή...
θρύψαλα γίνεται απ' της αγάπης
τον πανίσχυρο ήχο...
Δύσκολα χρόνια...
Ξέρω...
Σκληρές εποχές
Καιροί σκοτεινοί...
Μα εσύ μη φοβάσαι...
Κι ας μοιάζει αξημέρωτη του κόσμου η νύχτα...
δε χάνονται όσοι πολύ αγαπιούνται...
Θυμήσου...
τους βρίσκει αγκαλιά το ξημέρωμα...
πάντα...

Αυτή τη νύχτα

Μίλα μου ψιθυριστά αυτή τη νύχτα...
Τη φωνή σου με μετάξι να ντύσεις...
Κάτι σαν σύννεφο μαύρο απ' τα παλιά
μπαίνει απ' τ' ανοιχτό παράθυρο...
Με τρομάζουν οι νύχτες παγίδες...
Το φεγγάρι σαν τεράστιο κεφάλι
τρομερού λιονταριού μου δείχνει
τα δόντια του...
Εικόνες του χθες...
σαν σμήνος άγριων μελισσών
βουίζουν στ' αυτιά μου...
φαρμακερό κεντρί στην ψυχή
ανελέητα μπήγουν...
Τρυφερά να μ' αγγίζεις...
σαν χάδι γλυκό του Νοτιά
στων δέντρων τα φύλλα,
να περνάς τ' ακροδάχτυλα
μες στα μαύρα μαλλιά μου...
Μια αγκαλιά μόνο...
σαν κύμα απαλό άνοιξε μου...
σαν κούνια μωρού μυρωδάτη...
ν' αφεθώ...
να ξεχαστώ...
να κοιμηθώ...
να μην υπάρχω...
Κράτησε με απαλά...
σαν κάτι που σπάει...
να περάσει απόψε η νύχτα...

Σ' ένα καράβι

Σ' ένα καφενεδάκι να βρισκόμουν
στο λιμάνι
Γυναίκες, Μόδα, Φωτογραφίακι ένα χαμένο μου όνειρο από μακριά
να κάνει νεύμα.
Αόρατη σε μια γωνιά
σαν ένα απόκοσμο θαλάσσιο πνεύμα
που ανθρώπου μάτι δεν το πιάνει.
Των ναυτικών ν' ακούω ιστορίες
στα αυτιά μου που περίεργα θα ηχούν
σαν συναρπαστικά ωραία παραμύθια
για άγνωστες σε μένα πολιτείες
και για νησιά
που εξωτικά λουλούδια ευδοκιμούν
και δεν απέχουνε πολύ απ' την αλήθεια.
Να τους παρατηρώ κι αυτοί να μη το ξέρουν
με πρόσωπα σκαμμένα απ' την αρμύρα
σαν βράχια που τα σμίλεψε το κύμα,
αφού αυτό τους έταξε η μοίρα,
να με μαγέψουν θα τα καταφέρουν
και οι βαθιές φωνές τους σαν σειρήνες
μες στο μυαλό ζάλη γλυκιά θα φέρουν.
Την άχαρη ζωή μου να ξεχάσω
κι αυτή τη θλιβερή την πολιτεία
που μοιάζει με καράβι φορτωμένο
κι από έναν άγριο Θεό,
καταραμένο, να μη μπορεί
να ξεκολλήσει απ' τη στεριά.
Κι όταν για νέο ταξίδι ονειρεμένο
θα ξεκινούν ευτυχισμένοι
αθόρυβα να τους ακολουθήσω
το όνειρο κι εγώ να συναντήσω
σ' ένα καράβι που θα είναι αραγμένο
και υπομονετικά θα τους προσμένει
σαν μάνας τρυφερής την αγκαλιά.

Αυτό το απομεσήμερο

Αυτό το απομεσήμερο 
που έχει κάτι ακαθόριστα θολό 
Φαντασία, Σουρεαλιστικό, Μάσκα, Τοίχο, Μάτικι αρρωστημένο
κάτι ξυπνά βαθιά μες στην ψυχή...
μια ανάμνηση με πρόσωπο τραχύ
κι αγριεμένο
κάποιου καιρού παράξενου
κάποια πικρή εποχή...
Κι έτσι όπως το πρόσωπο
του ο ήλιος κρύβει
πίσω από ένα φόντο κίτρινο
και σκονισμένο
έτσι γυρεύει κι ψυχή μου να κρυφτεί...
να μείνει αμέτοχη σ' αυτό το σκηνικό
το μπερδεμένο
με πρόσωπα κι ονόματα
κι εικόνες
που πίστευα ανόητα
πως είχαν ξεχαστεί...
Μα ο πόνος...
ο πόνος είναι ζωντανός
και επιμένει...
κι ας λένε πως τα πάντα
ο χρόνος τα γιατρεύει...
ψέματα είναι...
παραμύθια για παιδιά...
παρηγοριές αστείες για αφελείς...
Μπροστά μου όλα...
αυτό το απομεσήμερο
που έχει κάτι ακαθόριστα θολό κι
αρρωστημένο...
κι ο πόνος αμετάλλακτος κι αμείωτος...
σα μακελάρης δαίμονας
από μιαν απερίγραπτη μανία
κυριευμένος,
να πριονίζει κάθε μου χαρά,
αμέσως μόλις πάει να γεννηθεί...

Μαρία Γασπαράτου (Marilou Levanda)

Πώς να με βρεις...

Κρύβομαι...
πίσω από χαμόγελα θεατρικά
και λέξεις κοινότυπες... 
πίσω από νοήματα κατασκευασμένα
και φθαρμένες κουβέντες...
Μακριά η αλήθεια...
κι εγώ μια άλλη...
Χιλιόμετρα απέχει το βλέμμα
απ' την ψυχή...
κι εσύ προσπαθείς για λίγο
να καταλάβεις...
να διακρίνεις μια ματιά
που δραπέτευσε...
που αυθαίρετα προδίδει αλήθειες...
ένα χαμόγελο που στιγμιαία έπεσε
και βιαστικά ξανασηκώθηκε
στην προσχεδιασμένη καμπύλη...
ένα τρέμουλο στη φωνή ανεπαίσθητο
που ανεξέλεγκτο ξέφυγε από την
προσεκτικά διαμορφωμένη χροιά...
Λίγα δευτερόλεπτα αλήθειας...
λίγα δευτερόλεπτα ψυχής...
κι έπειτα όλα όπως πριν...
τα χαμόγελα...οι ματιές...οι κουβέντες...
κι εσύ απορείς...
αμφιβάλλεις...
αποφασίζεις πως έκανες λάθος
κι επαναπαύεσαι...
Είναι λίγα, κάποια δευτερόλεπτα αλήθειας...
ο δρόμος για την ψυχή μου μακρύς
κι εσύ πώς να με βρεις,
που πάντα σου άρεσαν τα κοντινά ταξίδια...

Μαρία Γασπαράτου

Λυπάμαι αλήθεια...

Λυπάμαι αλήθεια...
όταν σε σκέφτομαι να περιμένεις
Ζωγραφική, Πορτραίτο, Πρόσωπο, Κορίτσι, Artτα Σαββατόβραδα που δύσκολα περνούν
μ' ένα διπλό κονιάκ
η ένα ουίσκι δυνατό στο χέρι
και με το βλέμμα σου
στο δρόμο ξεχασμένο...
Και να καρδιοχτυπάς
κάθε φορά που ένα αμάξι σταματά
έξω απ΄την πόρτα...
και να πετάγεσαι μόλις ακούς
βήματα να ανεβαίνουν τα σκαλιά...
Να τρέχεις και στης πόρτας σου το μάτι
την κόρη του ματιού σου να κολλάς...
Λυπάμαι αλήθεια...
όταν σε σκέφτομαι να περιμένεις
τα Σαββατόβραδα που δύσκολα περνούν
καθώς θα παίζει
στο αγαπημένο μου σιντί
η "βροχή" του Χατζηδάκη
και το μυαλό σου η εικόνα μου
θα το πολιορκεί...
Θα σε καλεί απ' το συρτάρι
ένα πακέτο Μάρλμπορο
που από καιρό το έχεις κόψει...
και θα θυμώνεις...
θα προσπαθείς ν' αντισταθείς...
και θα τα καταφέρνεις τελικά...
έτσι κι αλλιώς πιο βασανιστικός
θα σου είναι ο δικός μου εθισμός...
Κι όταν θα έχει φύγει πια η νύχτα
και Κυριακής ξημέρωμα
με δυνατές καμπάνες θα έρχεται
σαν ενοχλητική γιορτή...
μια τελευταία ματιά θα ρίχνεις
στον καθρέφτη σου
πριν πέσεις αποκαμωμένος στο κρεββάτι...
θα ξεστομίζεις μια τελευταία βρισιά
στον εαυτό σου
πριν μες στους εφιάλτες σου χαθείς...
που πέρασε άλλο ένα Σαββατόβραδο
κι εγώ δεν ήρθα...
Λυπάμαι...αλήθεια...

Κυριακή 27 Αυγούστου 2017

Μην αμφιβάλλεις

Μην αμφβάλλεις ότι σ' αγάπησα...
Σε κάτι ξεχασμένα στο συρτάρι σου στιχάκια
Art, Κολάζ, Διαμόρφωση, Πολύχρωμασ' ένα μικρό λευκό τετράδιο
κιτρινισμένο πια απ' τον καιρό
έχω αφήσει κάτι απ' την ψυχή μου
Ψάξε...
Κι όταν τα βρεις ...
με ανθοπέταλα ντύσε τα δάχτυλα σου
και κράτησε τα τρυφερά...
σα να κρατάς μια πεταλούδα
που ένα αδέξιο άγγιγμα
θα λιώσει τα φτερά της...
Αφέσου μες στους στίχους μου...
νιώσε το τρέμουλο που έκανε
το γράψιμο ασταθές...
άκου το χτυποκάρδι
που ηχεί σε κάθε συλλαβή...
τον αναστεναγμό που βγάζει κάθε γράμμα...
και την αγάπη...
την αγάπη που χτυπημένη
από μιας καταιγίδας άγριας
τον κεραυνό
έχει κρυφτεί κομματιασμένη
μέσα σε κάθε στίχο...
Κι ύστερα πάνω στο μέρος της καρδιάς σου
ακούμπησε τα...
οι χτύποι της με τους δικούς μου χτύπους
να ενωθούν...
να νιώσεις την αγάπη να δονεί
κάθε σου κύτταρο ...
και τότε ίσως να πειστείς...
ίσως να καταλάβεις...
ότι δικαίωμα δεν έχεις ν' αμφιβάλλεις...

Δε θα μπορέσω...

Και τώρα εγώ θα πρέπει
έτσι όπως συνήθως
Κορίτσι, Λίγο, Παιδί, Νέος, Κοριτσάκιτ' απομεσήμερα με πιάνει
ο οίστρος μου ο ποιητικός
να γράψω...
για ακρογιαλιές και για φεγγάρια...
για αγάπες που άδοξα τελειώσαν...
για δειλινά ρομαντικά
και καλοκαίρια...
για μοναξιά και προσδοκίες...
και για έρωτες φανταστικούς...
Θα πρέπει να συγκεντρωθώ
και μια διάθεση ρομαντική
με μια γενναία δόση μελαγχολίας
να φορέσω
και να γεμίσω το άδειο μου χαρτί
που σαν θηρίο σαρκοφάγο απαιτεί
ψυχής κομμάτια...
Να κλείσω πρέπει οπωσδήποτε
τ' αυτιά μου και τα μάτια...
εικόνες και φωνές να αποκλείσω
που αυτής της ώρας τη μαγεία δολοφονούν...
Να μείνω ανεπηρέαστη...
τροφή να δώσω στο χαρτί μου
που σήμερα ανούσια μου φαίνεται
και άγευστη εντελώς...
Δεν θα μπορέσω...
Το αίμα μιας αθώας οκτάχρονης μικρής
και τόσων άλλων που άδικα χύθηκε
θυσία σ' έναν άρρωστο Θεό
έχει γεμίσει το λευκό χαρτί
και στάζει...και πλημμυρίζει
την ψυχή και το μυαλό...
Το αίμα μιας αθώας οκτάχρονης μικρής
και τόσων άλλων...
που αγαπούσανε απλά τη μουσική...
Κάπου μακριά σε κάποια πόλη
της Αγγλίας...τι σημασία έχει...
Πατρίδα το άδικο δεν έχει...
Σ' όλα τα μέρη ο θάνατος είναι το ίδιο τραγικός...
Η μόνη σκέψη σήμερα...
Η μόνη εικόνα...
Κι εγώ πρέπει για άλλα πράγματα να γράψω...
Δεν θα μπορέσω...
Λυπάμαι...
αυτό το απομεσήμερο μέσα μου
όλα είναι αλλιώς...

Έρχεται μπόρα

Κάποτε ξέρεις αλλάζουν τα πράγματα...
κι αυτό που άλλοι μοίρα το λένε
Καταιγίδα, Αστραπή, Θάλασσακαι άλλοι το λένε Θεό
παίρνει ξανά αποφάσεις...
ρόλους μοιράζει αλλιώς...
Θεωρείς δεδομένο το ανέφελο
και με ρόδα σπαρμένο παρόν σου...
Με κοιτάς απ' την ήσυχη όχθη σου
στα θολά ταραγμένα νερά
ενός άγριου ποταμού
να βουλιάζω...
απλώνω το χέρι
και κλείνεις τα μάτια...
φωνάζω και κλείνεις τ' αυτιά...
Στη χρυσή σου αμμουδιά
ξαπλωμένος
κάτω από έναν ήλιο λαμπρό
που για σένα μονάχα ανατέλλει
γελάς κι αναπαύεσαι
στη σιγουριά σου...
Όμως κοίτα...
στο βάθος ο ορίζοντας
κάπως μαυρίζει...
Τον γαλάζιο καθαρό ουρανό σου
σχίζει μια αστραπή...
Στο αιώνιο φωτεινό καλοκαίρι σου
αέρας σηκώθηκε...
μυρίζει βροχή...
Κάτι αλλάζει στην ανέμελη όχθη σου...
Μάλλον έρχεται μπόρα...

Τις βροχερές Κυριακές

Τις βροχερές Κυριακές
όταν μάταια το βλέμμα σου 
Πρόσωπο, Υπαίθρια, Πάρκο, Νύχτα, Σκούροορίζοντες ψάχνει
και η ψυχή προσπαθεί από μια εικόνα χαράς
να πιαστεί,
που ο καφές πιο πικρός απ' ότι συνήθως
σου μοιάζει
και στο ραδιόφωνο τα τραγούδια που ακούς
μια παλιά σου ανοίγουν πληγή,
πιο πολύ με θυμάσαι...
Στην τηλεόραση αλλάζεις συνέχεια κανάλια
ψάχνεις κάτι να βρεις
να ξεχάσεις και να ξεχαστείς
μα η βροχή που λες κι είναι κατάρα
χτυπά με μανία τα τζάμια,
δε σ' αφήνει τίποτε άλλο εκτός
από μας να σκεφτείς...
Κι ο καφές στο φλιτζάνι κρυώνει
κι η αντοχή σου τελειώνει...
Το τηλέφωνο πιάνεις και πάλι τ' αφήνεις...
σε ποιον να μιλήσεις
και τι να του πεις...
Τις βροχερές Κυριακές
όταν μάταια το βλέμμα σου ορίζοντες ψάχνει
κι η ψυχή προσπαθεί από μια εικόνα χαράς
να πιαστεί
πιο πολύ με θυμάσαι...

Δε με νοιάζει...



Περπάτημα Στη Βροχή, Τοπίο, ΦύσηΔε με νοιάζει που βρέχει το Μάη
και που έχει τρελαθεί ο καιρός
που φεύγει η άνοιξη
κρατώντας ομπρέλα
κι αν φυσάει αέρας ψυχρός
εσύ δίπλα μου έλα.

Η αγάπη σου είναι η άνοιξη
και ο Μάιος μέσα μου ζει
την ψυχή μου γεμίζεις
λιακάδα
για μένα αγάπη μου ο Μάιος
είσαι εσύ.

Κι αν γύρω μου όλοι γκρινιάζουν
που ο ήλιος έχει μέρες να βγει
κι απορούν και θυμώνουν
που δε σταματάει η βροχή
δε με νοιάζει εμένα
οι λιακάδες ποτέ δεν τελειώνουν
αφού έχω εσένα.

Δεν υπάρχουν βροχές στην ψυχή μου
και η άνοιξη μέσα μου ζει
τι κι αν σύννεφα κρύβουν
τον ήλιο
για μένα αγάπη μου ο Μάιος
είσαι εσύ.


Πετρωμένος ουρανός

Δε λεν να σταματήσουν οι βροχές...
Πόση βροχή πια σ' αυτόν τον τόπο...
Βροχή, Δρόμο, Πόλη, Φόντοέγινε βάλτος μοιραία...
Χρόνια τώρα λίγο λίγο μας καταπίνει...
Σύννεφα φορτωμένα ματαιωμένες προσδοκίες...
βαριά σαν σιδερένια νησιά... μετέωρα...
σ' έναν ουρανό
που μοιάζει γκρίζα πετρωμένη θάλασσα...
Σαν μπόρες πέφτουν πάνω στα γιατί οι σιωπές...
Μας εκδικείται ο ουρανός...
Ποτέ αρκετά δεν τον διεκδικήσαμε...
Ακίνητα αφήσαμε στους ώμους τα φτερά...
τα αχρηστέψαμε...
Μιά αγωνία μόνο για λίγο φως μες στην ψυχή
θυμίζει πως υπάρχουμε ακόμα...
Ένα μικρό φωτεινό κομμάτι μας περιγελά...
Ίσως δεν προσπαθήσαμε αρκετά...
Σ' αυτόν τον τόπο
που τα όνειρα πια είναι δανεικά
και επιστρέφονται με τόκο
ο ήλιος είναι ανύπαρκτος...
τόσο ψηλά που στέκει δε μας αγγίζει...
Είναι αδύναμα στους ώμους τα φτερά...
πως να τον φτάσουμε...
πως να πετάξουμε
που δεν τον αγαπήσαμε όσο άξιζε
κι έγινε πετρωμένη θάλασσα ο ουρανός...

Παίζει ο έρωτας

Τα καλοκαίρια παίζει ο έρωτας...
Κρύβεται...
Άνθρωποι, Ζευγάρι, Άνθρωπος, Γυναίκαπίσω από τ' αρμυρίκια
και τους άσπρους ανεμόμυλους...
μέσα στο δάσος με τις πεταλούδες...
κάτω απ' τους γαλάζιους τρούλους
στις λευκές εκκλησίες...
στα πλακόστρωτα στενά
και στα μικρά τρεχαντήρια...
Παραφυλάει...
μιλάει με το φεγγάρι σιγανά...
ονείρων δρόμους σχεδιάζει
στρωμένους με φιλιά...
Κρύβεται σαν παιδί
που προσοχή γυρεύει
και περιμένει...
να το αναζητήσουν....
Μας είδε...
Κάτω απ' το φως του φεγγαριού
η αγκαλιά μας κάλεσμα...
Μη μου φοβάσαι...
Κι αν κάπου κάπου κρύβεται
δεν είναι πως μας έχει αφήσει...
παίζει μαζί μας...
δε φεύγει αγάπη μου από μας ο έρωτας...
προσμένει...
ένα σου νεύμα...
μιά μου ματιά...
μιά κίνηση
κάποιος από τους δυό να κάνει...
κι άξαφνα αποκαλύπτεται...
Μη νοιάζεσαι...
Ποτέ δε μας ζητά πολλά...
ένα χαμόγελο...
μια αγκαλιά...
μια λέξη μόνο...φτάνει...

Κοίταξέ με...

Μια εικόνα απ' το χθες είναι αρκετή
κι όλα γυρίζουν πίσω...
Απόδοση, Γραφικά Υπολογιστώνμπροστά μου ξανά...
σαν κακοπροαίρετοι εισαγγελείς...
με στήνουν στον τοίχο...
με καταδικάζουν χωρίς απολογία...
Κι εσύ στο βάθος μια μαύρη σκιά...
το δάχτυλο υψώνεις...
με δείχνεις...
Το θάνατο μου ζητάς...
δίχως έλεος...
Κοίταξε με...
θέλω να βλέπω τα μάτια σου...
μέσα στη λάμψη της νίκης
μια μαύρη κουκκίδα
ανεξέλεγκτα μεγαλώνει...
σκοτεινιάζει το βλέμμα σου...
επισκιάζει το θρίαμβο...
μια ταραχή...
μια σκέψη...
μια αμφιβολία...
μυστικά αναρωτιέσαι...
κατεβάζεις το δάχτυλο
κατεβάζεις τα μάτια...
παραλύεις...
Μήπως δεν είμαι εγώ η ένοχη τελικά;

Κοντά μου πάντα

Δε σ' αγαπάω για τις μέρες της χαράς
που ήλιος γίνεσαι και λάμπεις
Τα Χέρια, Κρατώντας Τα Χέρια, Ζευγάριπάνω απ' τη ζωή μου...
ούτε για τα χαμόγελα
που τόσο γενναιόδωρα σκορπάς
σαν μισοφέγγαρα γλυκά
τα βράδια του έρωτα...
Δε σ' αγαπώ για τα ταξίδια που με πας
όταν το βλέμμα μου
στο βλέμμα σου βουλιάζει...
Δε σ' αγαπώ για τα φιλιά...
τις αγκαλιές...τα χάδια
και για τα μαγικά δικά μας καλοκαίρια
στα γαλανόλευκα νησιά
που ξαναγίνομαι παιδί
μαζί σου μόνο...
Όχι δε σ' αγαπάω για τις μέρες της χαράς...
Μα σ' αγαπώ για τις βροχές
και για τις ώρες που πονάω...
για τα πυκνά σκοτάδια μου...
και για τα γκρίζα πρωινά που
όλα μοιάζουν άδεια
και εσύ είσαι εδώ κοντά μου...πάντα...
Για αυτά τα χέρια
που αγγέλου γίνονται φτερά
και μ' αγκαλιάζουν απαλά
λες και είμαι από γυαλί
κάποιες φορές
που νιώθω πως θα σπάσω...
Για την ψυχή μου
που λες κι είναι ψυχή σου
την κρατάς όταν λυγίζει
και νιώθω πως τη χάνω...
και για τους δαίμονες μου που νικάς...
Όχι δε σ' αγαπάω για τις μέρες της χαράς...
Μα σ' αγαπώ για τις βροχές
και για τις ώρες που πονάω...
κι εσύ είσαι εδώ κοντά μου...πάντα...

Τα καλοκαίρια

Ίσως και να μη με θυμάσαι τους χειμώνες...
να μένει ανερμήνευτη κάποια περίεργη
Άνθρωποι, Γυναίκα, Ευτυχισμένοςπαγωνιά που φτάνει ως την ψυχή...
Και τα φθινόπωρα ίσως να μη με θυμάσαι...
λάθος εξήγηση να δίνεις
σε μιαν αβάσταχτη μελαγχολία
που αδικαιολόγητα σου φέρνει
του Νοέμβρη η σιγανή βροχή...
Ακόμα και την άνοιξη ίσως δε με θυμάσαι...
κι ας ψάχνεις το γιατί
που τα μαγιάτικα τριαντάφυλλα
όταν σκορπούν το άρωμα τους
νιώθεις μια ανεξήγητη κι αναίτια ταραχή...
Μα είναι αδύνατο να με ξεχνάς τα καλοκαίρια
είναι αδύνατο τον Αύγουστο να με ξεχνάς...
Πάντα το καλοκαίρι θα 'ρχεται αγκαλιά
με το άρωμα μου...
και στο μυαλό σου θα 'ρχονται αναπάντεχα
αυτά που ζήσαμε μαζί...
όταν χτυπάνε γιορτινά του Αυγούστου
οι πρωινές καμπάνες
και δυνατά φωνάζουν το όνομα μου...
όπου κι αν πας... ό,τι κι αν κάνεις..
σαν καλοκαιρινό τραγούδι
στ' αυτιά σου θα ηχεί...
Δε γίνεται...
είναι αδύνατο να με ξεχνάς τα καλοκαίρια...
είναι δικιά μου αυτή η εποχή...