
να ταξιδέψει νοερά σε μέρη αλαργινά
και δε λογάριασα η τρελή κάποια παλιά πληγή μου
που με πονάει αβάσταχτα στο χάδι του Νοτιά
Κι ενώ βαρκάδα έκανα σε χρόνια περασμένα
με οδηγούσαν στα βαθιά νύμφες και ξωτικά
σ' ένα λιμάνι μ' έβγαλαν μ' άλλα σκαριά δεμένα
που μες στους χάρτες αν κοιτάς δε θα 'βρεις πουθενά
Σε μια παράξενη μικρή θλιμμένη πολιτεία
κι ήτανε σούρουπο βαθύ κι έπεφτε σκοτεινιά
μ' όνειρο έμοιαζε κακό με τρόμου ιστορία
με παραμύθι που ποτέ δε λένε σε παιδιά
Ερείπια και χαλάσματα σπίτια παλιά και άδεια
και αδιέξοδα στενά που 'μοιαζαν φυλακές
ενώ σφυρίζανε μακριά κουρσάρικα καράβια
και γύρω μου ακούγονταν αλλόκοτες φωνές
Μα ξάφνου κάποιος μ' άρπαξε στη θάλασσα με ρίχνει
κι έκανε βάρκα το κορμί το χέρι του κουπί
στο σήμερα με γύρισε όπου η ζωή μου ανήκει
μέσα μου ξέρω αγάπη μου πως ήσουνα εσύ
Μαρία Γασπαράτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου