Αγγίζω μιας παλιάς πληγής την ουλή.
Αυτή που απέφευγα καιρό να κοιτάξω,
που σαν κατάρα
μάταια προσπαθούσα να ξορκίσω,
τα μάτια δένοντας
με το μαντήλι ενός ανόητου συμβιβασμού.
Δε φοβάμαι πια...
με τ' ακροδάχτυλά μου ψηλαφώ
του μαχαιριού τη χαρακιά...
με μια πρωτόγνωρη στοργή
τη χαϊδεύω.
Πόντο πόντο ιχνηλατώ το βαθύ σημάδι...
φυτεύω μέσα του άνθη παρηγοριάς.
Όλα τα "πώς" και τα "γιατί"
απ' τη στυγνή τους ενοχή απαλλάσσω.
Με δάκρυα που δεν πνίγω πια,
λειαίνω τις κοφτερές αιχμές
απ' τα σπασμένα μου άλλοθι...
η αρμύρα τους, λιώνει με μιας,
της ψυχής μου τους πάγους..
και να... μέσα μου κιόλας
μύρισε άνοιξη.
Μαρία Γασπαράτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου