Έφυγες για τόπους άγνωστους
και κλείδωσες την πύλη.
Πήρες μαζί σου τα κλειδιά
κι άφησες την πόλη ερημωμένη.
Βαριά κατάρα σαν θηρίου σκιά,
πλανάται πάνω από τα σπίτια.
Η απουσία σου ηφαίστειο,
που έκαψε τα πάντα.
Φαντάσματα μονάχα τριγυρνούν
στους άδειους δρόμους.
Τα δέντρα όλα ξεράθηκαν
κι αδειάσανε τα πάρκα από παιδιά.
Στέρεψε η θάλασσα
κι έγινε έρημος αχανής,
χωρίς μια όαση.
Κάτι τραγούδια ξεχασμένα,
γίναν στοιχειά που διώξαν τα πουλιά.
Οι βόρειοι άνεμοι εξοργίστηκαν
και γκρέμισαν τα τείχη.
Παντού βαριά μια μυρωδιά
στάχτης και θανάτου.
Μόνο ερείπια και ζωντανοί-νεκροί
μες στην ομίχλη.
Υπήρχε κάποτε μια πόλη.
Η πόλη που με γέννησε,
η πόλη που με πλήγωσε,
η πόλη που αγάπησα,
η πόλη που δεν άντεξα,
η πόλη που άφησα και μ' άφησε και κείνη.
Έρχομαι μάταια και ξανάρχομαι,
έξω από την κλειδωμένη πύλη,
με την ελπίδα πως κάποτε
τα μάγια θα λυθούν.
Επώδυνες επιστροφές...
Χωρίς νόημα, χωρίς σκοπό, χωρίς λιμάνι.
και κλείδωσες την πύλη.

κι άφησες την πόλη ερημωμένη.
Βαριά κατάρα σαν θηρίου σκιά,
πλανάται πάνω από τα σπίτια.
Η απουσία σου ηφαίστειο,
που έκαψε τα πάντα.
Φαντάσματα μονάχα τριγυρνούν
στους άδειους δρόμους.
Τα δέντρα όλα ξεράθηκαν
κι αδειάσανε τα πάρκα από παιδιά.
Στέρεψε η θάλασσα
κι έγινε έρημος αχανής,
χωρίς μια όαση.

γίναν στοιχειά που διώξαν τα πουλιά.
Οι βόρειοι άνεμοι εξοργίστηκαν
και γκρέμισαν τα τείχη.
Παντού βαριά μια μυρωδιά
στάχτης και θανάτου.
Μόνο ερείπια και ζωντανοί-νεκροί
μες στην ομίχλη.
Υπήρχε κάποτε μια πόλη.
Η πόλη που με γέννησε,
η πόλη που με πλήγωσε,
η πόλη που αγάπησα,
η πόλη που δεν άντεξα,
η πόλη που άφησα και μ' άφησε και κείνη.

έξω από την κλειδωμένη πύλη,
με την ελπίδα πως κάποτε
τα μάγια θα λυθούν.
Επώδυνες επιστροφές...
Χωρίς νόημα, χωρίς σκοπό, χωρίς λιμάνι.