Έφταιξες...
κρύες κι αβάσταχτες ήταν οι μέρες
κι ένα ξερόκλαδο δεν έριξες ποτέ σου
στη φωτιά,
ζωντανή να κρατήσεις τη φλόγα...
κι όταν τον ήλιο λαχταρούσα
πίσω από της υγρής σου κάμαρας
τις σκούρες γκρι κουρτίνες,
ένα του χάδι να με ζεστάνει,
μια του χρυσή αχτίδα
την άνοιξη επιτέλους
να φέρει μέσα μου,
μια κίνηση δεν έκανες,
ένα παράθυρο δεν άνοιξες,
δρόμο δε χάραξες
να ´ρθει το φως...
Κι εγώ το φως αποζητώντας,
χάθηκα
κι από μια μοίρα μάγισσα
καταδικάστηκα,
σ' αιώνιο χειμώνα...
Έφταιξες...
για κείνο το σύννεφο
που έγινε στέγη μου,
για τον χαμένο ορίζοντα
και τη βροχή...
Τίποτα δεν κατάλαβες...
πάντα κλειστή κρατούσες την πόρτα
κι ακόμα αναρωτιέσαι,
γιατί δεν ήρθε τότε η άνοιξη.
Μαρία Γασπαράτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου