Ήρθε άξαφνα απ' το πουθενά
σαν φονική ριπή φωτός,
το φάντασμα μιας λύπης.
Τη νύχτα έσχισε στα δυο,
διαπέρασε το βλέμμα μου
και σαν στιλέτο στάθηκε
στη βάση του λαιμού.
Εκδίκηση ζητούσε...
σαν ύπουλο αγριόχορτο
κάποτε την ξερίζωσα
απ' τους κήπους της ψυχής.
Μα ένα της ίχνος άφησε
σαν κόμπο στο λαιμό μου,
κι έπειτα γύρω μου άρχισε
ξέφρενα να γυρίζει
σαν κάτι να 'ψαχνε να βρει,
αλλιώς να με πονέσει...
κάποια ξεκλείδωτη είσοδο,
να μπει μες στην ψυχή,
να πνίξει ό,τι με κόπο μέσα μου
κατάφερε ν' ανθίσει..
Μα τίποτα δε βρήκε
κι έσβησε νικημένη...
γιατί φυλάω πια καλά
κρυμμένα τα κλειδιά,
σε κάποιο στίχο μυστικό,
σε μια υπόσχεση ιερή,
σ' ένα χαμόγελο ακριβό
μες στον παλιό καθρέφτη,
στο πιο γενναίο μου όνειρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου