Σε κοίταγα κλεφτά
καθώς βάδιζες πλάι μου
σαν φως και σαν σκιά.
Όλη μου η ψυχή
στις άκρες των χειλιών σου κρεμασμένη
κι εσύ αμίλητος
σαν στρατιώτης κουρασμένος απ' τη μάχη,
με μια ζωγραφισμένη
μες στο βλέμμα σου ενοχή,
την ενοχή
που νιώθει ένας πολεμιστής που δείλιασε
και βιάζεται να γίνει λιποτάκτης.
Φάνταζε ατέλειωτη εκείνη η παραλία
κι ήταν το βήμα μας αργό.
Πλάσματα μοιάζαμε παράξενου ονείρου
στον ταραγμένο ύπνο ενός παιδιού.
Ήρωες σε ταινία σουρεαλιστική.
Όλα παράλογα...
πορεία άσκοπη προς ένα όνειρο
που έγινε ουτοπία,
με βήματα χωρίς προορισμό.
Μπροστά το άγνωστο,
σαν νύχτα σκοτεινή, σαν καταιγίδα
σαν φως και σαν σκιά.
Όλη μου η ψυχή
στις άκρες των χειλιών σου κρεμασμένη
κι εσύ αμίλητος
σαν στρατιώτης κουρασμένος απ' τη μάχη,
με μια ζωγραφισμένη
μες στο βλέμμα σου ενοχή,
την ενοχή
που νιώθει ένας πολεμιστής που δείλιασε
και βιάζεται να γίνει λιποτάκτης.
Φάνταζε ατέλειωτη εκείνη η παραλία
κι ήταν το βήμα μας αργό.
Πλάσματα μοιάζαμε παράξενου ονείρου
στον ταραγμένο ύπνο ενός παιδιού.
Ήρωες σε ταινία σουρεαλιστική.
Όλα παράλογα...
πορεία άσκοπη προς ένα όνειρο
που έγινε ουτοπία,
με βήματα χωρίς προορισμό.
Μπροστά το άγνωστο,
σαν νύχτα σκοτεινή, σαν καταιγίδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου