Νιώθω ακόμα την αύρα της θάλασσας
από τα πρώτα καλοκαίρια.Την υγρή και βαριά μυρωδιά της.
Σαν ανελέητο θηρίο κάποιες φορές
βουτηγμένο στην αρμύρα
σκαρφάλωνε στους αδύναμους
ώμους μου
δεν ήξερα καν τι ζήταγε
να πάρει από μένα...
με πονούσε...
κι άλλες πάλι φορές
με πονούσε...
κι άλλες πάλι φορές
σαν δροσερό φιλί στα χείλη
και σαν ψιθύρισμα ερωτικό
στο τρυφερό μου αυτάκι
μου 'ταζε μου 'ταζε
στο τρυφερό μου αυτάκι
μου 'ταζε μου 'ταζε
με λόγια ακατάληπτα
και όρκους δυσνόητους.
Μα τα βράδια,
και όρκους δυσνόητους.
Μα τα βράδια,
όλα τα 'παιρνε πίσω
και μόνο το μαύρο της νύχτας
και μόνο η λαχτάρα για μια αγκαλιά
και μόνο δυο κουρασμένα χεράκια
πάντα ανοιχτά
και μόνο το μαύρο της νύχτας
και μόνο η λαχτάρα για μια αγκαλιά
και μόνο δυο κουρασμένα χεράκια
πάντα ανοιχτά