Έρχεσαι πρόθυμα
κάθε φορά που σε καλώ,
μα πριν προλάβω καν
την αύρα σου να νιώσω,
φεύγεις πάλι...
Άσε μου λίγο
από του χαμογέλιου σου
το φευγαλέο φως...
άσε μου,
ό,τι μπορεί δικό σου,
τα κλειδωμένα μέσα μου κελιά
ν' ανοίξει.
Πάλι κρατάς στα χέρια σου
λευκά χρυσάνθεμα...
πάλι φθινόπωρα
στην πλάτη κουβαλάς.
Μέσα σ' ενός αφύσικα
ζεστού Ιούνη
το φλογάτο δειλινό,
έστω άφησέ μου κάτι
απ΄τις ατέλειωτες βροχές σου...
μες στην ψυχή μου όσα διψούν
να ξεδιψάσουν.
Μαρία Γασπαράτου